Ποιος ο λόγος να έχουμε ένα στόμα και δύο αυτιά; (Ποιος είναι ο “καλός” ακροατής και ποιο είναι το πρώτο βήμα για αποτελεσματική επικοινωνία)

Θα μπορούσε να απαντήσει κανείς σε αυτό το ερώτημα, από πολλές οπτικές γωνίες, σκεπτόμενος την λειτουργία του ανθρώπινου σώματος, την ανατομία του, την εξελικτική του πορεία μέσα στους αιώνες κ.α.

  Η επιστημονική κοινότητα δεν έχει καταλήξει ακόμα για το πότε το ανθρώπινο είδος πέρασε από το στάδιο της κραυγής στο στάδιο της ομιλίας. Ανθρωπολόγοι υπολογίζουν ότι αυτή η μετάβαση έγινε μεταξύ 1,6 εκατομμυρίων και 600.000 ετών πριν. Πόσα εκατομμύρια χρόνια πριν από αυτή την μετάβαση ήταν ανεπτυγμένη η αίσθηση της ακοής; Φυσικά από όσο υπάρχει και ο άνθρωπος! (εδώ και περίπου 2.500.000 χρόνια!). Συνεπώς πρώτα μάθαμε να ακούμε και κάποια εκατομμύρια χρόνια αργότερα μάθαμε να μιλάμε. Μήπως αυτή η πληροφορία σημαίνει κάτι για τον τρόπο που επικοινωνούμε σήμερα;


  Ταπεινά, πιστεύω ότι ένας λόγος, για τον οποίο έχουμε δύο αυτιά και ένα στόμα είναι διότι είμαστε “σχεδιασμένοι” για να ασκούμε πρώτα τον ρόλο του ακροατή και μετά τον ρόλο του ομιλητή. Σας καλώ να σκεφτείτε την ακρόαση ως προτεραιότητα στην επικοινωνία σας. Συχνά ακούμε παράπονα όπως: “Δεν με καταλαβαίνει!”,  “Δεν με ακούει!”, “Δεν ξέρει πως νιώθω!”


  Συνήθως εστιάζουμε στα παράπονά μας, αλλά δεν σκεφτόμαστε πως:
Εάν δεν έχουμε να δώσουμε κάτι στον απέναντι μας πιθανόν να μην μπορεί να μας το προσφέρει ούτε αυτός. Συνήθως, η ανικανοποίητη ανάγκη να “ακουστούμε” μας κάνει περισσότερο ομιλητές παρά ακροατές. Όσο η ανάγκη μας να μιλήσουμε είναι μεγάλη, τόσο δεν ακούμε τον απέναντί μας, τους αγαπημένους μας, αλλά ακόμα και τον ίδιο μας τον εαυτό!

Έτσι καταλήγουμε σε έναν φαύλο κύκλο:

Η αποτελεσματική επικοινωνία προϋποθέτει να είμαστε καλοί ακροατές. Τι σημαίνει όμως αποτελεσματικός ακροατής; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του;


  Το πρώτο χαρακτηριστικό του καλού ακροατή είναι να μπορεί να ακούει, να πηγαίνει «ένα βήμα πίσω», όπως χαρακτηριστικά  λέμε, και να συγκεντρώνεται στα λεγόμενα του συνομιλητή του. Πολλές φορές ακούμε ανθρώπους που όταν «συζητάνε», ο ένας μιλάει ταυτόχρονα με τον άλλον. Αυτό συμβαίνει γιατί εκείνη τη στιγμή είναι και οι δύο συγκεντρωμένοι ο καθένας στη δική του θέση και τις δικές του σκέψεις και προσπαθεί με μόχθο να περάσει το μήνυμά του στον άλλον. Η επικοινωνία, όμως, αν μη τι άλλο, περιορίζεται με αυτό τον τρόπο.  Είναι πολύ σημαντικό να αισθανθεί ο συνομιλητής μας ότι απέναντί του έχει έναν άνθρωπο, ο όποιος θέλει πραγματικά να επικοινωνήσει μαζί του πέρα από ένα επιφανειακό επίπεδο. Το μήνυμα ουσιαστικά που περνάει και οφείλει να περνάει ο καλός ακροατής είναι ένα: «Είσαι σημαντικός για μένα, γι΄ αυτό σου δίνω χώρο και χρόνο να εκφραστείς. Είναι σημαντικά αυτά που λες και αποδέχομαι την θέση σου». Αυτό το μήνυμα ο συνομιλητής μας το αντιλαμβάνεται σε ένα βαθύτερο επίπεδο και τον ηρεμεί. Έτσι, μπορεί να εκφραστεί με ευθύτητα και ειλικρίνεια. Είναι πολύ σπουδαίο αυτό το πρώτο βήμα που μπορούμε να κάνουμε πίσω για να ακούσουμε τον άλλον και με αυτό τον τρόπο να δείξουμε έμπρακτα ότι τον αποδεχόμαστε.

  Το δεύτερο χαρακτηριστικό του καλού ακροατή είναι οι ερωτήσεις. Όχι όμως ερωτήσεις για να πάρει πληροφορίες για τον εαυτό του, αλλά ερωτήσεις για να μπορεί να καταλάβει ακόμα καλύτερα τα λεγόμενα του συνομιλητή του˙ ερωτήσεις διευκρινιστικές. Μας περιγράφει για παράδειγμα ο συνομιλητής μας μία πολύ δύσκολη μέρα στην δουλειά κι εκείνη τη στιγμή εμείς αισθανόμαστε ότι είναι πολύ αγχωμένος.  Δεν είμαστε, όμως, σίγουροι, οπότε μία διευκρινιστική ερώτηση θα μπορούσε να είναι: «Αισθάνομαι ότι έχεις αγχωθεί πολύ σήμερα, καταλαβαίνω σωστά;».


  Έτσι, φτάνουμε στο τρίτο χαρακτηριστικό του καλού ακροατή το οποίο είναι ο σεβασμός. Σεβόμαστε τον κόσμο του άλλου, σεβόμαστε το πώς αντιλαμβάνεται και χαρτογραφεί τις εμπειρίες του και νοηματοδοτεί τα γεγονότα που συμβαίνουν. Όλοι μας είμαστε μοναδικοί και αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο γύρω μας με έναν προσωπικό τρόπο. Εάν ακούσουμε και ρωτήσουμε με αυθεντικό ενδιαφέρον, για να καταλάβουμε ακόμα καλύτερα τι είναι αυτό που σκέφτεται ο συνομιλητής μας,  τότε οδηγούμαστε σε μία ουσιαστική επικοινωνία. Μια επικοινωνία βαθύτερη από αυτή που ίσως έχουμε συνηθίσει. Να θυμόμαστε ότι τα λόγια μας, η στάση μας, η συμπεριφορά μας, οι ερωτήσεις μας, όλα έχουν ένα νόημα. Το μήνυμα μπορεί να είναι «σε αποδέχομαι» ή «δεν σε αποδέχομαι». Τι μπορούμε να κάνουμε για να νιώσει αποδεκτός ο άνθρωπος που έχουμε απέναντι μας;

elGreek

Subscribe to the Newsletter

Subscribe to our email newsletter today to receive updates on the latest news, tutorials and special offers!